Η πλαστική χειρουργική αποτελεί ειδικότητα της ιατρικής που ασχολείται με:
Τη βελτίωση της μορφής του ανθρώπινου σώματος.
Την ανακατασκευή και την επαναφορά της λειτουργικότητας διαφόρων ανατομικών στοιχείων αυτού.
Την κάλυψη ελλειμμάτων και την αποκατάσταση ποικίλων λειτουργιών.
Ως ενδεικτικά παραδείγματα, σημειώνονται:
Βελτίωση του σχήματος της μύτης με ρινοπλαστική.
Βελτίωση της εικόνας μίας ουλής με Ζ–πλαστική.
Ανακατασκευή του μαστού κατόπιν μαστεκτομής, με χρήση ενθέματος ή μεταφορά ιστών από το σώμα της ασθενούς.
Ανακατασκευή του πτερυγίου του αυτιού σε ένα παιδί που γεννήθηκε με μικρωτία, με διαμόρφωση κατάλληλου σκελετού από χόνδρους των δικών του πλευρών.
Επαναφορά της κινητικότητας των μυών του προσώπου κατόπιν ριζικής παρωτιδεκτομής, με τοποθέτηση νευρικών μοσχευμάτων στο προσωπικό νεύρο.
Επαναφορά της αισθητικότητας ή της κινητικότητας σε ένα δάκτυλο του χεριού, με συρραφή του αντίστοιχου δακτυλικού νεύρου ή τένοντα που έχει κοπεί.
Κάλυψη ενός μετατραυματικού ή μετεγχειρητικού ελλείμματος, με μεταφορά μαλακών μορίων από γειτονική ή άλλη περιοχή του σώματος.
Σύγκλειση μίας κατάκλισης ή αποκατάσταση μίας εγκαυματικής επιφάνειας.
Αποκατάσταση της φυσιολογικής ομιλίας με κινητοποίηση και αναδιάταξη των μυών της μαλακής υπερώας, σε ένα παιδί που γεννήθηκε με σχιστία στην υπερώα του.
Αποκατάσταση της μάσησης κατόπιν ογκολογικής εκτομής, με μικροχειρουργική ανακατασκευή της κάτω γνάθου και του εδάφους του στόματος.
Σύμφωνα με τα παραπάνω, αντιλαμβάνεται ίσως κανείς πως οι επεμβάσεις της πλαστικής χειρουργικής προσλαμβάνουν άλλοτε αισθητικό και άλλοτε επανορθωτικό χαρακτήρα. Για τον λόγο αυτό διακρίνονται σε αισθητικές και επανορθωτικές αντιστοίχως, όπου αισθητικές καλούνται όσες στοχεύουν στη βελτίωση της εμφάνισης με βάση τα υποκειμενικά, κυρίως, κριτήρια του ατόμου σχετικά με το πώς θα επιθυμούσε να μοιάζει, ενώ επανορθωτικές εκείνες που αντιμετωπίζουν, πρώτον, εκ γενετής αισθητικές και λειτουργικές ανωμαλίες, δεύτερον, δυσμορφίες και δυσλειτουργίες κατόπιν τραύματος, εγκαύματος ή χειρουργικής εκτομής, τρίτον, αισθητικές αποκλίσεις των φυσικών ανατομικών δομών του ανθρώπινου σώματος που έρχονται σε διαφωνία με ό,τι κοινώς αποδεχόμαστε ως αρμονικό, συμμετρικό ή ωραίο. Επομένως, θα λέγαμε πως η αναγκαιότητα των αισθητικών επεμβάσεων καθορίζεται σχεδόν αποκλειστικά από τις προσωπικές επιλογές του ατόμου, σε αντίθεση με τις επανορθωτικές, οι οποίες είναι γενικώς επιβεβλημένες.
Εν τούτοις, ο διαχωρισμός των συγκεκριμένων κατηγοριών δεν είναι πάντα σαφής, δεδομένου ότι δεν είναι σπάνιο για ένα αισθητικής φύσεως χειρουργείο να οδηγεί παράλληλα και σε ένα επανορθωτικό αποτέλεσμα, ή το αντίστροφο. Για παράδειγμα, η μείωση του όγκου των μαστών σε μία γυναίκα (αισθητικό χειρουργείο) μπορεί να βοηθήσει στην ανακούφιση από τους πόνους στην πλάτη που οφείλονται στο υπέρμετρο βάρος των ίδιων, τελικά, των μαστών (επανορθωτικό αποτέλεσμα). Απεναντίας, με την προώθηση των οστών του προσώπου για να προστατευθούν οι εκτεθειμένοι βολβοί των ματιών επί συνδρόμου Crouzon (επανορθωτικό χειρουργείο), διορθώνεται και η υποπλασία στο πρόσωπο που συνοδεύει το εν λόγω σύνδρομο (αισθητικό αποτέλεσμα).
Καθίσταται προφανές, συνεπώς, ότι ο χαρακτήρας ενός χειρουργείου μπορεί να είναι στην ουσία πολύπλευρος, με αναλόγως πολύπλευρο και το όφελος για τον ασθενή. Και δίχως να παραβλέπεται, φυσικά, ότι, ανεξάρτητα των άμεσων και απτών αποτελεσμάτων στα πεδία της αισθητικής και της επανόρθωσης, μία επέμβαση συνεισφέρει εμμέσως και σε άλλους τομείς, λιγότερο εμφανείς ή ξεκάθαρα προσδιορισμένους. Όπως στη θετική αυτοεκτίμηση του ατόμου και στην επαναφορά της ψυχικής του γαλήνης, γεγονός εξίσου σημαντικό με τις όποιες ανατομικές ή λειτουργικές βελτιώσεις εν γένει. Δεν υπάρχει αμφιβολία, λοιπόν, πως η πλαστική χειρουργική προσφέρει τα μέγιστα στη διατήρηση της ισορροπίας του σώματος και στη συμφιλίωση της ψυχής με αυτό· μία δυναμική και διαρκώς εξελισσόμενη ειδικότητα που διορθώνει τα στίγματα της Φύσης και της Ζωής, τα οποία όλο και πιο συχνά βασανίζουν τον σύγχρονο άνθρωπο σε αυτές τις αβέβαιες και, ως εκ τούτου, απαιτητικές εποχές που διανύουμε.