ΣΚΟΠΟΣ ΤΗΣ ΕΠΕΜΒΑΣΗΣ
Η λιποαναρρόφηση στοχεύει στη βελτίωση του περιγράμματος του σώματος και της σιλουέτας, κατόπιν αφαίρεσης του πλεονάζοντος λίπους που συσσωρεύεται τοπικά. Η επέμβαση μπορεί να αφορά σε κάθε περιοχή· συνηθέστερα, όμως, στους μηρούς, στα πλάγια των γλουτών και περιμετρικά της κοιλιάς. Παράλληλα με τη μείωση του όγκου του λίπους επιτυγχάνεται και βελτίωση της εικόνας του υπερκείμενου δέρματος. Σημειώνεται πως η λιποαναρρόφηση δεν προτείνεται ως μέθοδος για συνολικό αδυνάτισμα, αλλά, όπως αναφέρθηκε, για τοπική αφαίρεση λίπους.
ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΕΠΕΜΒΑΣΗΣ
Η αφαίρεση του λίπους πραγματοποιείται με τη διαδικασία της αναρρόφησης (εξ ου και ο όρος λιποαναρρόφηση). Για τον λόγο αυτό χρησιμοποιούνται ειδικές κάνουλες, οι οποίες συνδέονται με δοχεία ή σύριγγες όπου συλλέγεται το λίπος που αφαιρείται. Η αναρρόφηση και η συλλογή του λίπους λαμβάνουν χώρα με τη βοήθεια αρνητικής πίεσης, η οποία, εφόσον πρόκειται για δοχείο, ασκείται αυτόματα μέσω συνδεδεμένου με το δοχείο μηχανισμού, ενώ, εφόσον πρόκειται για σύριγγα, μέσω έλξης και σταθεροποίησης του εμβόλου της σύριγγας. Στην πρώτη περίπτωση, η πίεση είναι σταθερή, ενώ στη δεύτερη μεταβάλλεται ανάλογα με το επίπεδο σταθεροποίησης του εμβόλου της σύριγγας.
Από την άποψη της χειρουργικής τεχνικής, οι κάνουλες εισάγονται στις περιοχές που χρήζουν διόρθωσης μέσω δερματικών τομών μήκους μόλις μερικών χιλιοστών. Ακολούθως σαρώνουν την κάθε περιοχή, διαπερνώντας και αναρροφώντας επαναλαμβανόμενα τη μάζα του λίπους που πλεονάζει, με γρήγορες και παλινδρομικές κινήσεις προς όλες τις κατευθύνσεις. Η μεγαλύτερη ποσότητα λίπους αφαιρείται με αναρρόφηση των εν τω βάθει στρωμάτων, ενώ η επιπολής αναρρόφηση συμβάλλει λιγότερο στη μείωση του όγκου του λίπους και περισσότερο στη διόρθωση ατελειών του δέρματος, όπως κυτταρίτιδας, κυματοειδών δυσμορφιών, εντυπωμάτων κ.ά. Κατ’ αυτόν τον τρόπο η επιφάνεια του δέρματος ομαλοποιείται και το ίδιο το δέρμα συσφίγγεται, με αποτέλεσμα να βελτιώνεται η εικόνα του.
Πριν την έναρξη της επέμβασης, οι προς αναρρόφηση περιοχές διηθούνται με ειδικό διάλυμα, το οποίο προκαλεί τοπική σύσπαση των αγγείων ώστε α) να ελαχιστοποιείται η διεγχειρητική απώλεια αίματος, β) να περιορίζονται οι μετεγχειρητικές εκχυμώσεις και το οίδημα. Επίσης, το διάλυμα περιέχει παυσίπονες ουσίες, οι οποίες δρουν τόσο κατά τη διάρκεια όσο και μετά το πέρας του χειρουργείου.
Σε ό,τι αφορά τις κάνουλες, τέλος, σημειώνεται ότι αυτές διαφέρουν ως προς το μήκος, τη διάμετρο και τον τύπο του ρύγχους τους, όπως και ανάλογα με τον αριθμό, το εύρος και τη διάταξη των οπών που φέρουν.
ΜΕΤΕΓΧΕΙΡΗΤΙΚΕΣ ΟΥΛΕΣ
Δεδομένου ότι η διάμετρος που έχουν οι κάνουλες είναι μόλις μερικά χιλιοστά, η εισαγωγή τους στην περιοχή που πρόκειται να αναρροφηθεί δεν απαιτεί παρά τομές παρόμοιου μεγέθους. Ως εκ τούτου, οι μετεγχειρητικές ουλές είναι μικροσκοπικές και διακρίνονται δύσκολα ή καθόλου.
ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΕΣ
Το γεγονός ότι η φιλοσοφία της λιποαναρρόφησης είναι απλούστατη, καθιστά την επέμβαση απαράμιλλη σε ό,τι έχει να κάνει με τον τρόπο διαχείρισης της κάθε περίπτωσης: χρησιμοποιώντας κάποιες κάνουλες μόνον, ο πλαστικός χειρουργός αφαιρεί όσο λίπος χρειάζεται και από όποια περιοχή επιθυμείται, βελτιώνοντας άμεσα, εύκολα και άρδην οποιαδήποτε σιλουέτα. Υπ’ αυτήν την έννοια, λοιπόν, η λιποαναρρόφηση είναι μοναδική. Όμως όπως συμβαίνει με κάθε επέμβαση, έτσι κι εδώ προκύπτουν ζητήματα τα οποία αφορούν στα εξής: πόσο, ακριβώς, λίπος πρέπει να αναρροφηθεί; Και από ποια περιοχή, ακριβώς;
Το να τίθενται ερωτήματα όπως τα παραπάνω, ίσως για ορισμένους να μοιάζει υπερβολή. Κατά την άποψή μου, ωστόσο, τα εν λόγω ερωτήματα πρέπει πάντα να τίθενται, καθώς είναι πάντα δύσκολο να απαντηθούν. Διευκρινίζω, λοιπόν:
- Εάν τα όρια μίας βλάβης είναι σαφή (όπως π.χ. τα όρια ενός όγκου), τότε το πλάνο αφαίρεσής της είναι επίσης σαφές: ο χειρουργός εκτέμνει τη βλάβη με βάση τα όριά της. Επί συσσώρευσης λίπους, ωστόσο, παρατηρείται ακριβώς το αντίθετο: τα όρια του λίπους είναι γενικώς ασαφή· ομοίως, λοιπόν, και το πλάνο της αναρρόφησης.
- Η αφαίρεση του λίπους κατά τη λιποαναρρόφηση πραγματοποιείται με τρόπο εμπειρικό. Αυτό σημαίνει ότι, αν και ο πλαστικός χειρουργός έχει ήδη σχηματίσει μία εικόνα ως προς την ποσότητα του λίπους που πρέπει να αφαιρέσει, έστω 450 cc για παράδειγμα, στην πράξη αντιμετωπίζει πάντοτε δυσκολίες: αρκούν τα 450; Ή χρειάζονται 500; Ή μήπως και τα 450 είναι πολλά, και άρα θα ήταν προτιμότερο να μην υπερβεί τα 400 ή 420; Από πρακτικής απόψεως, βέβαια, τέτοια ερωτήματα ουδέποτε τίθενται κατά τη διάρκεια της επέμβασης, δεδομένης της αδυναμίας για απόλυτη ακρίβεια ως προς την ποσότητα του λίπους που προβλέπεται να αφαιρεθεί. Ως εκ τούτου, ο κάθε χειρουργός προχωρεί ανάλογα με το πώς διαμορφώνεται στην πορεία η περιοχή που αναρροφά, ακόμα κι αν τελικά αποκλίνει από την αρχική του εκτίμηση: εάν η εικόνα της περιοχής ικανοποιεί, τότε ο όγκος που αναρροφήθηκε ήταν εκείνος που έπρεπε.
- Πέραν της απομάκρυνσης του πλεονάζοντος λίπους, βασικός στόχος της λιποαναρρόφησης είναι και η επίτευξη συμμετρίας μεταξύ περιοχών στα πλάγια του σώματος, όπως των μηρών, των πλαϊνών της κοιλιάς κ.λπ. Όμως κάτι τέτοιο κρύβει επιπρόσθετες δυσκολίες, ιδίως από τη στιγμή που η παρουσία ασυμμετρίας πριν την επέμβαση αποτελεί τον κανόνα. Σε αυτές τις περιπτώσεις, λοιπόν, ο πλαστικός χειρουργός καλείται να αφαιρέσει διαφορετικές ποσότητες λίπους, ο υπολογισμός των οποίων χρειάζεται προσοχή. Τούτο αφορά κυρίως στα λιγότερο παχύσωμα άτομα, καθώς όσο πιο αδύνατο είναι ένα άτομο τόσο πιο εμφανής καθίσταται η ασυμμετρία που τυχόν παραμένει.
- Η αναρρόφηση των στρωμάτων του λιπώδους ιστού, ιδιαίτερα δε των επιφανειακών, πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο ομοιογενής ώστε να αποφεύγεται η κατά τόπους ελλιπής ή υπέρμετρη αφαίρεση λίπους και η δημιουργία ανωμαλιών, όπως εξογκωμάτων ή κοιλωμάτων, αντίστοιχα. Πέραν, λοιπόν, των απαιτήσεων της ίδιας της τεχνικής, απαιτείται και εμπειρία κατά τις αλλεπάλληλες αξιολογήσεις του τρόπου διαμόρφωσης του λιπώδους ιστού ενώ εξελίσσεται η επέμβαση.
- Η μαζική αφαίρεση λίπους μπορεί επίσης να οδηγεί σε μη ικανοποιητικό αισθητικό αποτέλεσμα. Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα αναφέρω τη χαλάρωση του δέρματος που ενίοτε σημειώνεται, κατόπιν απρόσεκτων χειρισμών όπου έχει πραγματοποιηθεί δυσανάλογα μεγάλη μείωση του όγκου του λίπους ως προς την έκταση της υπερκείμενης δερματικής επιφάνειας.
- Όπως αναφέρθηκε ήδη, οι προς αναρρόφηση περιοχές διηθούνται με ειδικό διάλυμα πριν την έναρξη της επέμβασης (βλ. ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΕΠΕΜΒΑΣΗΣ). Ο όγκος του συγκεκριμένου διαλύματος είναι συνήθως μεγάλος, ξεπερνώντας ορισμένες φορές ακόμα και τον όγκο του λίπους που αφαιρείται. Κατά τη διάρκεια της λιποαναρρόφησης, επομένως, δεν είναι εύκολο για τον πλαστικό χειρουργό να έχει ακριβή εικόνα της ποσότητας του λίπους που αφαιρεί, καθώς αυτό είναι αναμεμιγμένο με διάλυμα.
- Εφόσον η λιποαναρρόφηση λαμβάνει χώρα με τη βοήθεια αρνητικής πίεσης μέσω συνδεδεμένου με δοχείο μηχανισμού, το λίπος συλλέγεται στο δοχείο με την παρεμβολή σωλήνα που συνδέεται με τις κάνουλες. Τούτο σημαίνει ότι, καθώς η αναρρόφηση βρίσκεται σε εξέλιξη, ο σωλήνας περιέχει πάντα κάποια ποσότητα λίπους, η οποία, λόγω της συνεχούς αύξησής της και μετακίνησής της προς το δοχείο, είναι αδύνατον να μετρηθεί με ακρίβεια. Το ίδιο συμβαίνει και όταν το λίπος βρεθεί στο δοχείο, αφού, παρότι το δοχείο φέρει χαραγμένη κλίμακα στο τοίχωμά του, είναι ακατάλληλο για απόλυτα ακριβείς μετρήσεις.
- Επί δευτερογενούς λιποαναρρόφησης,(1) η ακριβής αφαίρεση λίπους καθίσταται πιο δυσχερής. Τούτο οφείλεται στις εσωτερικές ουλές λόγω της επέμβασης που έχει προηγηθεί, οι οποίες εγκλωβίζουν το λίπος σχηματίζοντας ένα τρισδιάστατο, σκληρό και δύσκολα διαπερατό από τις κάνουλες πλέγμα.
ΕΙΔΙΚΕΣ ΕΠΙΠΛΟΚΕΣ
Τα προβλήματα που μπορεί να συνοδεύουν τη λιποαναρρόφηση σχετίζονται στο μεγαλύτερο ποσοστό τους με δυσμορφίες της δερματικής επιφάνειας ή ασυμμετρίες του περιγράμματος (βλ. ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΕΣ). Οι διαταραχές αυτές σημειώνονται είτε ως δυσμορφίες που προϋπήρχαν και δεν βελτιώθηκαν ή επιδεινώθηκαν είτε ως νέες ανωμαλίες. Δεν αποτελούν, επομένως, επιπλοκές, καθώς αποδίδονται σε ανεπαρκή χειρουργική τεχνική.
Ως σοβαρότερη ειδική επιπλοκή της λιποαναρρόφησης θεωρείται η πνευμονική εμβολή, η οποία συνίσταται σε απόφραξη της πνευμονικής αρτηρίας ή κλάδων αυτής.(2) Η διαταραχή συνδέεται με τους αναπόφευκτους τραυματισμούς που προκαλούνται από τις κάνουλες στο αγγειακό δίκτυο του λιπώδους ιστού που αναρροφάται, οι οποίοι, αν και μη ανησυχητικοί γενικά, δημιουργούν συνθήκες ώστε να εισέρχεται λίπος στην κυκλοφορία του αίματος. Στη συντριπτική πλειοψηφία των περιστατικών, το λίπος διασπάται και απορροφάται, με τη διαδικασία να εξελίσσεται χωρίς επιπτώσεις· σπάνια, όμως, ιδίως επί μεγάλης εισροής λίπους, ενδέχεται α) να σχηματίζονται έμβολα λίπους, β) να αυξάνεται η πηκτικότητα του αίματος ή να εκδηλώνεται θρομβοφλεβίτιδα, με επίφοβο επακόλουθο την απελευθέρωση θρόμβων στο αίμα.(3) Σε περίπτωση, λοιπόν, που καταλήξουν στην πνευμονική αρτηρία, τόσο τα έμβολα όσο και οι θρόμβοι προκαλούν πνευμονική εμβολή. Η επιπλοκή αυτή είναι πάντοτε επικίνδυνη· ωστόσο επαναλαμβάνω πως σημειώνεται σπάνια.
Σε ό,τι αφορά τη δημιουργία θρόμβων, πάντως, θα πρέπει να τονίσω ότι, εκτός από τη συγκέντρωση λίπους στο αίμα, υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που ενοχοποιούνται για την εμφάνιση του προβλήματος. Ως τέτοιοι αναφέρονται το ατομικό ή οικογενειακό ιστορικό επεισοδίων θρομβοφλεβίτιδας, το φύλο (οι γυναίκες διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο), η μειωμένη δραστηριότητα, η λήψη αντισυλληπτικών φαρμάκων, η παχυσαρκία, η προχωρημένη ηλικία, οι μη σχετιζόμενες με τη λιποαναρρόφηση αγγειακές διαταραχές και διαταραχές πήξης του αίματος, η αναρρόφηση εκτεταμένων περιοχών και η αφαίρεση υπέρμετρης ποσότητας λίπους, ο συνδυασμός λιποαναρρόφησης με άλλες επεμβάσεις στον ίδιο χειρουργικό χρόνο, η παρατεταμένη αναισθησία, το στρες κ.ά.
Τέλος, θεωρώ σκόπιμο να σταθώ και στην επιμόλυνση. Και τούτο διότι, αν και δεν συνιστά ειδική επιπλοκή –υπό την έννοια ότι μπορεί να παρατηρείται σε οποιουδήποτε είδους επέμβαση–, η εμφάνισή της μετά από λιποαναρρόφηση αποτελεί πάντα ιδιαίτερο ζήτημα. Αυτό σχετίζεται με τη φύση του χειρουργείου, το οποίο απαιτεί τη δημιουργία πολυάριθμων τούνελ στους υποδόριους ιστούς, τόσο σε έκταση όσο και βάθος, ώστε να αναρροφηθεί με επιτυχία το λίπος. Τα συγκεκριμένα τούνελ, λοιπόν, είναι που καθιστούν την επιμόλυνση ιδιαίτερο ζήτημα, δεδομένου ότι συνιστούν διόδους οι οποίες ευνοούν την εξάπλωση τυχόν μικροβίων. Παρά ταύτα υπογραμμίζεται ότι το ενδεχόμενο επιμόλυνσης είναι μικρό, ακόμα μικρότερο δε το ενδεχόμενο δυσκολίας αντιμετώπισης και ελέγχου αυτής.
ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΕΜΠΕΙΡΙΑ
Η πρόληψη των επιπλοκών συνιστά πάγια προτεραιότητά μου σε όλες τις χειρουργικές επεμβάσεις, αισθητικές ή επανορθωτικές. Το ίδιο ισχύει και επί λιποαναρρόφησης, με την πρακτική μου να περιγράφεται ακολούθως.
Άτομα υψηλού κινδύνου για θρομβοεμβολικά επεισόδια προτρέπονται να κατευθύνονται προς μη επεμβατικές μεθόδους απώλειας λίπους (άσκηση, κατάλληλη διατροφή κ.λπ.). Επί ιστορικού θρομβοφλεβίτιδας, παραπέμπω τις / τους ασθενείς σε αιματολόγο, προς διερεύνηση των αιτιών του προβλήματος. Πέραν αυτών, η πρόληψη των θρομβοεμβολικών επεισοδίων στηρίζεται στα εξής:
- Χορήγηση αντιπηκτικής αγωγής,(4) τόσο κατά τη διάρκεια όσο και μετά το πέρας του χειρουργείου. Η εν λόγω αγωγή αυξάνει τις πιθανότητες για αιμορραγία· σύμφωνα, όμως, με ό,τι υποστηρίζεται διεθνώς, αλλά και με βάση την προσωπική εμπειρία μου, η χορήγησή της καθίσταται απόλυτα ασφαλής όταν ρυθμίζεται σωστά και ανάλογα με την κάθε περίπτωση.
- Αποφυγή α) αναρρόφησης εκτεταμένων περιοχών, β) αφαίρεσης υπέρμετρης ποσότητας λίπους, γ) λιποαναρρόφησης σε συνδυασμό με άλλες χειρουργικές επεμβάσεις – αν και οι επεμβάσεις που είναι σύντομες και ελάχιστης βαρύτητας μπορεί να πραγματοποιούνται ακίνδυνα (όπως π.χ. εκείνες που αφορούν σε εκτομή μικρών δερματικών βλαβών, έγχυση λίπους κ.τ.λ.).
- Αποφυγή γενικής αναισθησίας. Αντί αυτής προτιμάται η χορήγηση ήπιων κατασταλτικών φαρμάκων, ο συνδυασμός των οποίων με το παυσίπονο διάλυμα διήθησης των περιοχών που αναρροφούνται (βλ. ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΕΠΕΜΒΑΣΗΣ), προσφέρεται για α) διαλείπουσα διεγχειρητική αφύπνιση και κινητοποίηση του ατόμου που υποβάλλεται σε λιποαναρρόφηση,(5) β) ταχύτερη ανάνηψή του συγκριτικά με την ανάνηψη κατόπιν γενικής αναισθησίας. Επίσης, η εν λόγω πρακτική διευκολύνει σημαντικά τους χειρισμούς του πλαστικού χειρουργού, δεδομένου ότι η / ο ασθενής δύναται να αλλάζει εκούσια θέση ενώ χειρουργείται.
- Εφαρμογή ειδικών περικνημίδων κατά τη διάρκεια και μετά το πέρας του χειρουργείου, οι οποίες διαστέλλονται και συστέλλονται εναλλάξ, καθώς γεμίζουν με αέρα και εν συνεχεία αδειάζουν μέσω μηχανισμού που συνδέεται με αυτές. Ως εκ τούτου ασκείται διαλείπουσα πίεση στις περιοχές των κνημών, οπότε βελτιώνεται η κυκλοφορία στις φλέβες και αποτρέπεται η στάση του αίματος.
- Χρήση ειδικών ελαστικών καλτσών μετά την επέμβαση –για τον ίδιο λόγο που αναφέρθηκε προηγούμενα–, οι οποίες εφαρμόζουν και στους μηρούς.
- Έλεγχος του μετεγχειρητικού στρες με τη χορήγηση αναλγητικής, αγχολυτικής ή άλλης ενδεικνυόμενης αγωγής.
- Άμεση κινητοποίηση του ατόμου που χειρουργείται, ύστερα από την πλήρη αφύπνισή του στον θάλαμο νοσηλείας.
Η πρόληψη τυχόν επιμόλυνσης απαιτεί επίσης ιδιαίτερη μέριμνα, γεγονός που επιβάλλει, ως γενικό κανόνα, τη χορήγηση προφυλακτικής αντιμικροβιακής αγωγής, διεγχειρητικά και μετεγχειρητικά.
Σε ό,τι έχει να κάνει με την τεχνική που ακολουθώ, προτιμώ να αναρροφώ και να συλλέγω το λίπος με σύριγγες. Η εν λόγω μέθοδος υπερέχει, καθώς:
- Ο όγκος που έχουν οι σύριγγες είναι συγκεκριμένος (60 cc, όσον αφορά στις σύριγγες που συνηθίζω να χρησιμοποιώ), οπότε όταν μία σύριγγα γεμίζει με λίπος, ο όγκος αυτού δεν μπορεί να υπερβαίνει τον όγκο της σύριγγας. Υπάρχει απόλυτος έλεγχος, επομένως, ως προς την ποσότητα λίπους που αφαιρείται, κάτι που δεν ισχύει επί αναρρόφησης σε δοχείο μέσω αυτόματου μηχανισμού αρνητικής πίεσης: η ποσότητα του λίπους που εισέρχεται στον σωλήνα που συνδέει την κάνουλα με το δοχείο, αλλά και η ποσότητα που συγκεντρώνεται στο δοχείο, είναι αδύνατον να μετρηθούν με ακρίβεια. Έτσι, ο χειρουργός μπορεί εύκολα να παρασυρθεί, αφαιρώντας περισσότερο λίπος από όσο θα ήθελε. Σε μία τέτοια περίπτωση, το πιθανότερο είναι να προκληθεί βαθούλωμα και δυσμορφία στην περιοχή που αναρροφάται.
- Επί χρήσης σύριγγας υπάρχει δυνατότητα ασφαλούς ρύθμισης ώστε ο όγκος του λίπους που αφαιρείται κάθε φορά να είναι όσο μικρός επιθυμείται. Αυτό επιτυγχάνεται κατόπιν σταθεροποίησης του εμβόλου της σύριγγας σε χαμηλότερο επίπεδο από το υψηλότερο επιτρεπτό (δηλ. όχι στα 60 cc, αλλά στα 50, 40, 30 κ.τ.λ.). Τέτοια δυνατότητα δεν υφίσταται με τη χρήση αυτόματου μηχανισμού αρνητικής πίεσης.
- Πέραν του ακριβούς ελέγχου της ποσότητας λίπους που αναρροφάται, η σταθεροποίηση του εμβόλου της σύριγγας σε όποιο επίπεδο επιθυμείται συνεπάγεται και ανάλογη μεταβολή της ασκούμενης αρνητικής πίεσης: όσο χαμηλότερο το επίπεδο τόσο μικρότερη η πίεση. Επιπλέον, όσο γεμίζει με λίπος η σύριγγα τόσο μειώνεται η πίεση που ασκείται. Ως εκ τούτου, οι όποιες πιθανότητες υπέρμετρης αναρρόφησης εξαλείφονται. Αυτό δεν ισχύει επί χρήσης μηχανισμού, δεδομένου ότι η αρνητική πίεση παραμένει σταθερά η μέγιστη προβλεπόμενη για τον κάθε μηχανισμό.
- Βάσει των παραπάνω καθίσταται προφανές πως η λιποαναρρόφηση με σύριγγες βοηθά τον χειρουργό ώστε να είναι απόλυτα ακριβής. Τούτο αποκτά μεγαλύτερη σημασία κατά τη διαχείριση των επιφανειακών στρωμάτων του λίπους (βλ. ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΕΣ).
- Η αναρρόφηση με σύριγγες είναι λιγότερη τραυματική σε σύγκριση με τη χρήση μηχανισμού, κάτι που επίσης αποκτά μεγαλύτερη σημασία κατά τη διαχείριση των επιπολής στοιβάδων του λίπους. Αυτό σχετίζεται με το γεγονός ότι όσο πιο επιφανειακή είναι η λιποαναρρόφηση τόσο αυξάνεται ο κίνδυνος κάκωσης του υπερκείμενου δέρματος. Άρα όσο πιο ατραυματική η μέθοδος τόσο πιο ασφαλής για το δέρμα.
- Η αναρρόφηση με σύριγγες προκαλεί μικρότερες βλάβες στα αγγεία της περιοχής που αναρροφάται. Τούτο συνεπάγεται α) μικρότερη απώλεια αίματος διεγχειρητικά και μετεγχειρητικά, β) λιγότερες πιθανότητες εισροής λίπους στα αγγεία και εμφάνισης θρομβοεμβολικών επεισοδίων.
- Η αναρρόφηση με σύριγγες προκαλεί μικρότερη κακοποίηση στο λίπος που αφαιρείται. Έτσι, η ποιότητα του λίπους είναι καλύτερη από ό,τι όταν αυτό αναρροφάται μέσω μηχανισμού, οπότε η προοπτική για ένα επιτυχές αποτέλεσμα επί έγχυσής του σε κάποια περιοχή είναι επίσης καλύτερη.(6)
- Η συλλογή του λίπους με σύριγγες λαμβάνει χώρα σε συνθήκες πλήρους αντισηψίας, γεγονός που προσδίδει απόλυτη ασφάλεια σε περίπτωση που προγραμματίζεται έγχυσή του. Κάτι τέτοιο είναι πιο δύσκολο να διασφαλισθεί όταν το λίπος συλλέγεται σε δοχείο.
Ακολούθως παρουσιάζεται περίπτωση λιποαναρρόφησης.
Φωτογραφίες πριν και 6 μήνες μετά από λιποαναρρόφηση, σε ασθενή 40 ετών. Η επέμβαση αφορούσε σε αφαίρεση λίπους από τις έξω επιφάνειες των γλουτών, τις οπίσθιες και έσω επιφάνειες των μηρών, καθώς και από τα έσω πλάγια των γονάτων (διάστικτες επιφάνειες στη μεσαία φωτογραφία – η μεσαία φωτογραφία είναι ίδια με την αριστερή).
(1) Δευτερογενής ονομάζεται κάθε χειρουργική επέμβαση που ακολουθεί μία πρωτογενή, δηλαδή μία επέμβαση που πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά.
(2) Ξεκινώντας από την καρδιά, η πνευμονική αρτηρία αποτελεί το πρώτο και μεγαλύτερο στέλεχος της μικρής κυκλοφορίας, μέσω της οποίας το αίμα διέρχεται από τους πνεύμονες προκειμένου να αυξάνεται η περιεκτικότητά του σε οξυγόνο (για το αγγειακό δίκτυο της κυκλοφορίας του αίματος βλ. ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ, ΣΥΓΓΕΝΕΙΣ ΑΝΩΜΑΛΙΕΣ, ΑΓΓΕΙΑΚΕΣ ΑΝΩΜΑΛΙΕΣ, υποσημείωση 1). Η απόφραξη της πνευμονικής αρτηρίας ή κλάδων αυτής (πνευμονική εμβολή) συνιστά επιπλοκή ιδιαίτερης σοβαρότητας, με κύρια συνέπεια τη μείωση της οξυγόνωσης των ιστών λόγω πτώσης της αρτηριακής πίεσης και του οξυγόνου του αίματος.
(3) Οι θρόμβοι εμφανίζονται ως συμπαγείς σχηματισμοί εντός των αγγείων και οφείλονται στη συσσώρευση στοιχείων του αίματος. Όταν παρατηρούνται στις φλέβες, ιδίως σε εκείνες που βρίσκονται βαθύτερα στους ιστούς, ενδέχεται να μεταφέρονται μέσω της κυκλοφορίας του αίματος στους πνεύμονες και να προκαλούν πνευμονική εμβολή. Ως κλασικοί παράγοντες που ενοχοποιούνται για τη δημιουργία των θρόμβων, θεωρούνται α) η αύξηση της πηκτικότητας του αίματος, β) οι βλάβες του τοιχώματος των φλεβών, γ) η στάση (δηλ. το λίμνασμα) του αίματος. Αν και σπάνια, άπαντες οι ως άνω παράγοντες μπορεί να σχετίζονται με την εμφάνιση θρόμβων επί λιποαναρρόφησης: είτε λόγω αθρόας εισροής λίπους στο αίμα –η οποία συνδέεται αφενός με αύξηση της πηκτικότητας του αίματος, αφετέρου με φλεγμονή (δηλ. βλάβη) του τοιχώματος των φλεβών (θρομβοφλεβίτιδα)–, είτε λόγω του ίδιου του χειρουργείου – το οποίο ενδέχεται να συνοδεύεται από στάση του αίματος, ως αποτέλεσμα μειωμένης κινητικότητας ή δραστηριότητας του ατόμου που χειρουργείται (βλ. και στην ενότητα ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΕΜΠΕΙΡΙΑ).
(4) Η αντιπηκτική αγωγή δρα προκειμένου το αίμα να πήζει αργότερα από ό,τι φυσιολογικά. Αν και τούτο έχει ως συνέπεια να αυξάνεται ο κίνδυνος αιμορραγίας, βοηθά ώστε να μειώνονται οι πιθανότητες εμφάνισης θρόμβων και θρομβοεμβολικών επεισοδίων.
(5) Η κινητοποίηση βελτιώνει την κυκλοφορία του αίματος, ιδίως στις φλέβες, οπότε ο κίνδυνος θρόμβωσης ελαττώνεται. Το αντίθετο παρατηρείται επί επιβράδυνσης της κυκλοφορίας και στάσης του αίματος.
(6) Έγχυση λίπους πραγματοποιείται συνήθως α) επί ανάγκης διόρθωσης ενός βαθουλώματος της περιοχής που αναρροφάται, λόγω εσφαλμένης αφαίρεσης υπέρμετρης ποσότητας λίπους, β) επί προγραμματισμού αύξησης του όγκου κάποιας άλλης περιοχής. Ωστόσο, απαραίτητη προϋπόθεση για ένα επιτυχές αποτέλεσμα συνιστά η διατήρηση του όγκου του εγχεόμενου λίπους. Άρα όσο καλύτερη η ποιότητα του λίπους τόσο περισσότερες οι πιθανότητες πρόσληψης, ενσωμάτωσης και διατήρησης του όγκου του στην περιοχή όπου εγχέεται.