19 ΟΚΤ 2017

Στο περιθώριο των εργασιών του 12ου Πανελληνίου Συνεδρίου της Ελληνικής Εταιρείας Πλαστικής Επανορθωτικής και Αισθητικής Χειρουργικής (ΕΕΠΕΑΧ), το οποίο διεξήχθη στο Πολεμικό Μουσείο Αθηνών από τις 18 έως τις 21 Οκτωβρίου 2017, είχα τη χαρά να συναντήσω δύο εξέχοντες συναδέλφους του χώρου, οι οποίοι βρέθηκαν στην πατρίδα μας ως προσκεκλημένοι ομιλητές στο Συνέδριο: τον Frederick Menick από τις ΗΠΑ και τον Graeme Perks από τη Μεγάλη Βρετανία.

Αναφορικά με τον πρώτο, η αλήθεια είναι ότι τον είχα ήδη γνωρίσει σε μία ημερίδα στην Αθήνα, όπου είχε παρευρεθεί για να παρουσιάσει τον σχεδιασμό και την τεχνική του σε δύσκολες περιπτώσεις ανακατασκευής της ρινός. Και για όσους δεν έχουν υπ’ όψιν, ο Menick θεωρείται από τους κορυφαίους στον κόσμο σε ό,τι έχει να κάνει με αυτού του είδους τις επεμβάσεις: ‘‘The finest nose maker in the history of medicine’’, κατά δήλωση του περίφημου Brent.(1) Εκτός, λοιπόν, από κάποια σύντομη ανταλλαγή απόψεων που είχα τότε μαζί του, τον είχα προσκαλέσει να παρίσταται στην Ανακοίνωσή μου λίγο καιρό αργότερα στο Συνέδριο, δεδομένου ότι, αφενός θα παρευρισκόταν εκεί ως ομιλητής, αφετέρου η Ανακοίνωσή μου θα σχετιζόταν επίσης με την αποκατάσταση της ρινός (βλ. ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ, 21 ΟΚΤ 2017, ΠΡΩΤΟΤΥΠΟΙ ΚΡΗΜΝΟΙ). Ο Menick με είχε ευχαριστήσει· όμως είχε αποφύγει να δεσμευθεί για την παρουσία του, λόγω ανειλημμένης υποχρέωσής του να συμμετείχε σε κοινωνική εκδήλωση εκείνο το πρωινό. Και μου άφησε την carte de visite του.

Εν τέλει τον πέτυχα ξανά στο Συνέδριο, στη διάλεξή του υπό τον τίτλο ‘‘The Repair of Large, Deep Nasal Defects (Complex Forehead Flap Reconstruction)’’, όπου πέραν των απαράμιλλων αποτελεσμάτων του, ήταν πραγματικά αφοπλιστικός ως προς την εμπειρία του με τον μετωπιαίο κρημνό (forehead flap). Σε ελεύθερη μετάφραση, παραθέτω αυτό που υπογράμμισε απευθυνόμενος στο ακροατήριο:

Είμαι σίγουρος ότι πολλοί από σας έχουν πραγματοποιήσει περισσότερους μετωπιαίους κρημνούς από μένα. Η διαφορά μας είναι ότι εγώ είχα την επιμονή να σκεφτώ παραπάνω!

Και ομολογώ πως τα λόγια του δεν είχαν ίχνος αλαζονείας. Ήταν απλώς η αλήθεια.

Αφού τελείωσε, τον πλησίασα να τον συγχαρώ. Και του υπενθύμισα την Ανακοίνωσή μου, δύο μέρες μετά. Αλλά εκείνος δεν φάνηκε. Αναμενόμενο, μάλλον. Όμως τι μπορούσα να κάνω; Έτσι είναι τα συνέδρια για τους ξένους προσκεκλημένους: περιλαμβάνουν εκδηλώσεις και μουσεία και ξεναγήσεις και τα λοιπά. Μου έμεινε, πάντως, η κάρτα του – κάτι ήταν κι αυτό!



Τον Graeme Perks τον γνώρισα πιο νωρίς. Ήταν το 2012, σε μία διημερίδα γύρω από την επανορθωτική και αισθητική χειρουργική του μαστού, στο Chelmsford της Μεγάλης Βρετανίας. Είχα ήδη ακούσει πολλά για το πρόσωπό του, τόσο κατά τη διάρκεια της θητείας μου σε νοσοκομεία του NHS(2) όσο και από Έλληνες συναδέλφους που είχαν δουλέψει κοντά του. Ωστόσο, οι πρώτες μου εντυπώσεις γι’ αυτόν προέρχονταν από τις αφηγήσεις του συνεργάτη μου, Κώστα Τσετσώνη, όταν επιστρέφοντας από το Nottingham το μακρινό ’97, όπου είχε επισκεφθεί ως clinical observer τον Perks –φιλοξενούμενος, μάλιστα, για λίγες ημέρες στο σπίτι του–, ήταν αληθινά ενθουσιασμένος. ‘‘Ευγενέστατος άνθρωπος και εξαιρετικός χειρουργός’’, τον είχε χαρακτηριστικά περιγράψει. Αν και δεν έχω την παραμικρή αμφιβολία για τις χειρουργικές δεξιότητες του Perks, δυστυχώς ουδέποτε μου δόθηκε η ευκαιρία να τις διαπιστώσω και ιδίοις όμμασιν. Στο Chelmsford, εν τούτοις, διαπίστωσα την ιδιαίτερη ποιότητά του ως άτομο: εγκάρδιος, προσηνής, μετριόφρων. Και το χαμηλό του προφίλ ήταν πραγματικά ένα ευχάριστο ξάφνιασμα, από τη στιγμή που ήξερα κιόλας ότι δύο μήνες αργότερα θα αναλάμβανε πρόεδρος της British Association of Plastic Reconstructive and Aesthetic Surgeons (BAPRAS), για τη διετία 2013–14.


Με τον Perks, στο meeting του Chelmsford τον Νοέμβριο του 2012.


Τελικά τον συνάντησα ξανά στο Συνέδριο. Μόλις τον είδα, έσπευσα να τον χαιρετήσω. Δεν πίστευα πως θα με θυμόταν· ήμουν βέβαιη, όμως, ότι θα ήταν το ίδιο καλοσυνάτος και ζεστός όπως τότε. Τείνοντάς του το χέρι, εκείνος δεν δίστασε να χαμογελάσει. Και ρώτησε κατευθείαν να μάθει για μένα, σαν να μην είχε περάσει ούτε στιγμή από τη γνωριμία μας στην Αγγλία, πέντε χρόνια νωρίτερα. Ομολογώ πως δεν το περίμενα. Όχι τόσο για το γεγονός ότι με θυμόταν ή για τη φιλικότητα με την οποία με υποδέχθηκε, αλλά διότι, απ’ ό,τι αισθάνθηκα, η δική του ευχαρίστηση που βρεθήκαμε μπορεί να ήταν και μεγαλύτερη από τη δική μου· τόσο εκδηλωτικός και ανεπιτήδευτος ήταν! Όσο δε για τις διαλέξεις του, με θέμα τα βασικοκυτταρικά και ακανθοκυτταρικά καρκινώματα του δέρματος και, δύο ημέρες μετά, τις αρχές αποκατάστασης του κάτω άκρου, χαιρόσουν να τον ακούς. Έτσι συμβαίνει, άλλωστε, πάντα, όταν κατέχει κανείς αυτό για το οποίο μιλάει: σε καθηλώνει. Το ίδιο ακριβώς είχα νιώσει για πρώτη φορά το 1997, στο Συνέδριο της ΕΕΠΕΑΧ, παρακολουθώντας ως ειδικευόμενη τη διάλεξη του Soutar(3) γύρω από τη βλεφαρόπτωση: απορούσα που μέχρι τότε δεν είχα κατανοήσει πλήρως τις λεπτομέρειες της διαταραχής· τόσο απλά τα ’λεγε!

Δίπλα στον Perks, γνωρίστηκα με τη σύζυγό του, Bev. Ένας επίσης ευγενής και γλυκός άνθρωπος. Συζητώντας οι τρεις μας, λοιπόν –και τούτο είναι το πιο ενδιαφέρον–, κάποια στιγμή με ρώτησαν για τον Κώστα, τον συνεργάτη μου, καθώς τον είχαν φιλοξενήσει κάποτε σπίτι τους. Οπότε, πληροφορώντας τους για εκείνον και αναφερόμενη, ως επί το πλείστον, στην κοινή επαγγελματική μας πορεία, ο Graeme κούνησε επιδοκιμαστικά το κεφάλι και είπε: ‘‘One surgeon is not better than two’’. Και τότε ήρθε η σειρά μου να επιδοκιμάσω, αφού δεν είναι και λίγο πράγμα να ακούς μία τέτοια διαπίστωση, και μάλιστα από έναν χειρουργό του επιπέδου του Perks…


Με τον Graeme και την Bev στην Αθήνα.


(1) Burt Brent: Αμερικανός πλαστικός χειρουργός, πρωτοπόρος στην ανακατασκευή πτερυγίου ωτός, ιδίως σε περιπτώσεις συγγενούς απλασίας ή υποπλασίας αυτού.

(2) Το NHS (National Health System) αποτελεί τον εθνικό φορέα παροχής υγειονομικής περίθαλψης και σχετικών υπηρεσιών στη Μεγάλη Βρετανία.

(3) David Soutar: πλαστικός χειρουργός, με καριέρα στο Canniesburn Hospital της Γλασκόβης και σημαντική συνεισφορά κυρίως στον τομέα της μικροχειρουργικής και της χειρουργικής κεφαλής και τραχήλου. Τον είχα γνωρίσει τον Απρίλιο του ’97, μερικούς μήνες πριν το τότε Συνέδριο της ΕΕΠΕΑΧ, όταν είχα ταξιδέψει στη Σκοτία για το φημισμένο Canniesburn Practical Flap Course.